Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2020

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ - ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

 Ίσως να έχουμε κουραστεί να δεχόμαστε  ευχές που ποτέ δεν πραγματοποιούνται όπως θέλουμε να λέμε.

Ας μην τις απορρίψουμε όμως, τουλάχιστον για φέτος. Η αξία τους είναι ανεκτίμητη και η ύπαρξή τους ένας στόχος που αργά ή γρήγορα θα πραγματοποιηθεί, αρκεί όλοι μας να έχουμε υγεία και να το θέλουμε πολύ....

Από τον Σύλλογό μας ευχές..... πολλές... πολλές... για ένα καλύτερο αύριο με υγεία πάνω απ΄ όλα....

Και ας ευχηθούμε του χρόνου να γιορτάσουμε όλοι μαζί......




Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Αγία Βαρβάρα - Ο Θρύλος και το έθιμο με τα καραβάκια

 


ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ  /  4 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ ΤΟ ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟ ΜΑΣ

Κάθε χρόνο στις 4 Δεκεμβρίου, ημέρα εορτής της Αγίας Βαρβάρας, πολιούχου της Δράμας και προστάτιδας του Πυροβολικού, στην πόλη της Δράμας πραγματοποιούνται θρησκευτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Στο μικρό εκκλησάκι στην ομώνυμη περιοχή, δίπλα στη λίμνη όπου στον πυθμένα της ακόμη και σήμερα διασώζονται να ερείπια της πρώτης εκκλησίας, συρρέουν χιλιάδες για να προσκυνήσουν την εικόνα της.

Σύμφωνα με το θρύλο που τυλίγει τις πηγές της πόλης, όταν το 1830 η Δράμα κατακτήθηκε από τους Τούρκους, το εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας γκρεμίστηκε για να χτιστεί στη θέση του ένα τζαμί. Τα σχέδια των κατακτητών όμως άλλαξαν ανήμερα της Αγίας Βαρβάρας.

 

Η περιοχή πλημμύρισε με νερό, κι έτσι το τζαμί δεν χτίστηκε ποτέ. Από τότε η Αγία Βαρβάρα έγινε η πολιούχος της Δράμας, και ακριβώς απέναντι από τη λίμνη, με τα θεμέλια της παλιάς εκκλησίας στα σπλάχνα της, χτίστηκε η καινούρια εκκλησία που αφιερώθηκε στην Αγία που έσωσε το εκκλησάκι της.

Η Μεγαλομάρτυς Αγία Βαρβάρα γεννήθηκε το 275 μ.Χ. στη Νικομήδεια και μαρτύρησε το 306 μ.Χ. Ο άπιστος πατέρας της αποκεφάλισε την Αγία με το ξίφος του. Σύμφωνα με την παράδοση, ενώ το ξίφος του πατέρα της απέκοπτε το κεφάλι της, η Θεία Δίκη με μορφή κεραυνού κατέκαυσε τον άσπλαχνο πατέρα. Αυτόν τον τιμωρό κεραυνό συμβολίζουν τα πυρά του Πυροβολικού μας, του οποίου είναι προστάτης. Επίσης προστάτιδα και των παιδιών, και τα φυλάει από τις κακές παιδικές αρρώστιες.

Το όμορφο έθιμο

Την παραμονή της γιορτής της, στις 3 Δεκεμβρίου, εκατοντάδες παιδιά αφήνουν τα φωταγωγημένα καραβάκια τους στα ήρεμα νερά της λίμνης, ακριβώς μπροστά από την ομώνυμη εκκλησία, προσφέροντας μοναδικό θέαμα το σούρουπο. Είναι τα καραβάκια των ευχών. Υπάρχουν δύο εκδοχές για το έθιμο αυτό. Σύμφωνα με την πρώτη, την παραμονή της Αγίας Βαρβάρας, μετά τη λιτανεία, ο κόσμος έστελνε στο βυθισμένο εκκλησάκι το κεράκι του για την Αγία πάνω σε ένα σανίδι από ξύλο.

Η δεύτερη εκδοχή βασίζεται στο ότι η Αγία Βαρβάρα ήταν και η προστάτιδα των κοριτσιών που τις φυλούσε από τη γλωσσοφαγιά και τις βοηθούσε στα αισθηματικά τους. Έτσι όλα τα ελεύθερα κορίτσια στις 3 του Δεκέμβρη, κατά τη διάρκεια του Εσπερινού και μόλις σκοτείνιαζε, άναβαν κεριά στον ανατολικό τοίχο της λίμνης. Κάποιες κοπέλες έβαζαν τα κεράκια τους πάνω σε σανίδες ξύλου και μαζί με μια ευχή τα έστελναν στο βυθισμένο εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας.

Η πορεία της σανίδας στη λίμνη έδειχνε αν η ευχή θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί. Αν το κεράκι έσβηνε θεωρούνταν αποτυχία αλλά η ελπίδα έμενε, καθώς το επόμενο πρωί όλα τα κορίτσια κατέφθαναν και πάλι στη λίμνη για να πλυθούν με το νερό που η Αγία Βαρβάρα είχε αγιάσει το προηγούμενο βράδυ.

Το πρωινό ομαδικό πλύσιμο των κοριτσιών στα νερά της Αγίας Βαρβάρας έφτανε να παίρνει την μορφή διαγωνισμού, διότι σε κάθε γειτονιά τα κορίτσια διαγωνίζονταν ποιο θα σηκωθεί πιο πρωί και θα τρέξει στα νερά να καθαγιαστεί. Και ήταν ιδιαίτερα ωραίο το θέαμα κοριτσιών να τρέχουν στα σκοτεινά και παγερά ξημερώματα της δεκεμβριανής ημέρας εντελώς αμίλητα για να πλυθούν στα… ζεστά νερά και κατόπιν να ανταλλάξουν την καλημέρα και τις ευχές.

Για να «γλυκάνουν» την Αγία σε πολλά μέρη του τόπου μας την ημέρα της γιορτής της προσέφεραν τη βαρβάρα, μια γλυκιά νηστίσιμη σούπα από σιτάρι, σταφίδες, σουσάμι, καρύδια, και άλλους σπόρους. Η γλυκιά σούπα «βαρβάρα», που μοιάζει με το κολλυβόζουμο, είναι ένα έθιμο πανάρχαιο και θυμίζει την πανσπερμία. Στους χριστιανούς η παρασκευή της βαρβάρας καθιερώθηκε από το εξής περιστατικό: Ο σατανικός νους του Διόσκουρου είχε συλλάβει ένα δόλιο και αποτρόπαιο σχέδιο για την εξόντωση των χριστιανών της περιοχής του. Κάλεσε όλους τους αρτοποιούς της περιοχής του και τους έδωσε εντολή να βάλουν δηλητήριο στο ψωμί που θα παρασκεύαζαν, όπως και οι πωλητές τροφίμων στα τρόφιμα που θα πωλούσαν.

Το μυστικό αυτό το έμαθε η κόρη του η Βαρβάρα, και ειδοποίησε τους χριστιανούς να μην αγοράσουν ψωμί και τρόφιμα, και να πορευτούν με τα υπολείμματα που είχαν στα σπίτια τους. Έτσι κάθε χριστιανική οικογένεια μαγείρεψε ό,τι πρόχειρο της βρέθηκε στο σπίτι. Επειδή όμως τα τρόφιμα που τους είχαν απομείνει ήταν πολύ λίγα και κάθε είδος από μόνο του δεν έφτανε για μια σωστή μαγειριά, έβαλαν στην κατσαρόλα λίγο από όλα. Δηλαδή λίγο στάρι, μερικά φασόλια, κουκιά, σταφίδες και ό,τι άλλο σχετικό είχαν, κι όλα μαζί τα μαγείρεψαν. Έτσι χάρη στη Βαρβάρα σώθηκαν, και από τότε σε ανάμνηση αυτού του περιστατικού καθιερώθηκε στη γιορτή της να μαγειρεύουν το παρασκεύασμα αυτό που είναι γλυκό και φαγητό μαζί και λέγεται «βαρβάρα».

Πρέπει δε να σημειωθεί ότι και οι Τούρκοι κάτοικοι της Δράμας εκτιμούσαν την Αγία Βαρβάρα συμμετέχοντας στη λιτανεία, προσφέροντας αφιερώματα στην εικόνα και ανάβοντας λαμπάδες. Πολλές δε Τουρκάλες έτρεχαν στις πηγές της τα χαράματα αμίλητες για να πλυθούν και να καθαγιαστούν.

Παρασκευή 10 Απριλίου 2020

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΗΣ ΗΡΩΙΚΗΣ ΕΞΟΔΟΥ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ (10 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1826)

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΒΑΣ (25 ΜΑΡΤΙΟΥ 1826)


Το μικρό νησάκι της Κλείσοβας στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου Σήμερα
Ο Σύλλογός μας με αφορμή την Ηρωική Έξοδο των Μεσσολογγιτών, μετά από μήνες έντονης πολιορκίας από τους Τούρκους, αποφάσισε να δώσει φόρο τιμής σε όλους εκείνους τους ήρωες, που χωρίς να υπολογίσουν την ίδια τους τη ζωή, αγωνίστηκαν μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματός τους για την ΛΕΥΤΕΡΙΑ.
Ιδιαίτερα θα αναφερθούμε στην επική μάχη της Κλείσοβας, μιας μικρής νησίδας στην Λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου, που στις 25 Μαρτίου του 1826, υπήρξε η τελευταία αναλαμπή, αλλά και η κορυφαία ηρωική πράξη των «ελεύθερων πολιορκημένων», κατά την διάρκεια της τρίτης πολιορκίας της πόλης (15 Απριλίου 1825 – 10 Απριλίου 1826), λίγο πριν από την μεγαλειώδη και ανεπανάληπτη Έξοδο της 10ης Απριλίου του 1826.
Η πρωτοφανών διαστάσεων ολοκληρωτική ήττα, από μία «χούφτα» ηρώων, που υπέστησαν τότε οι πολυάριθμες ορδές των τουρκοαιγυπτίων των Κιουταχή και Ιμπραήμ, δεν έχει προηγούμενο ακόμα και στην ιστορία των εθνών.
Δυστυχώς από τότε το συνταρακτικό αυτό γεγονός δεν έτυχε της ανάλογης αναγνώρισης και προβολής και έχει περάσει στα «ψηλά γράμματα».
Εμείς σήμερα με την αφορμή της μεγάλης αυτής επετείου θα σας αναφέρουμε τα τόσο μεγάλα ιστορικά γεγονότα εκείνης της αιματηρής μάχης, που έκαναν μία χούφτα Μεσσολογγίτες και Μεσολογγίτισσες ήρωες και ηρωίδες να αφανιστούν πάρα πολλές χιλιάδες τουρκοαιγύπτιοι.
Το μικρό νησάκι της Κλείσοβας μέσα στη θάλασσα του Μεσολογγίου
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ - ΤΑ ΠΡΟΗΓΗΘΕΝΤΑ
Ο Αιγύπτιος Ιμπραήμ, αφού το 1825 κυριάρχησε στο μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου, εκτελώντας τώρα εντολές του Σουλτάνου, έρχεται να συνδράμει τον οικτρά αποτυχόντα επί 8μηνο στην εκπόρθηση του Μεσολογγίου, Κιουταχή. Έτσι στις 12 Δεκεμβρίου 1825 «υπό τους ήχους σαλπίγγων και τυμπάνων», όπως διαβάζουμε στα «Ελληνικά Χρονικά» της 13ης Δεκεμβρίου, μετακινεί από τον όρμο του Κρυονερίου επιδεικτικά εν πομπή και εγκαθιστά το στρατόπεδό του στις ΒΑ παρυφές της πόλης. Παράλληλα, δεν παρέλειπε να κομπάζει για τα πρό­σφατα κατορθώματά του στο Μωριά και ταυτόχρονα να χλευάζει τον Κιουταχή, που επί οκτώ μήνες μέχρι τότε, δεν είχε καταφέρει να πάρει «μια φράχτη», όπως περιφρονητικά έλεγε για τα τείχη του Μεσολογγίου, ενώ γι' αυτόν θα αρκούσαν μόνο 15 ημέρες!
Η αιχμή μάλιστα αυτή προκαλεί οξύτατη διαμάχη μεταξύ των δύο αρχηγών, που καταλήγει στη μετάθεση της ευθύνης για την άλωση της πόλης, από τους Τούρκους στους Αιγυπτίους. Αλλά, μετά την υπερήφανη απόρριψη στις αρχές του 1826 από το γενναίο Αρχηγό των Μεσολογγιτών Θανάση Ραζηκότσικα (1798-1826) των νέων προτάσεων του υπερόπτη Ιμπραήμ για συμβιβασμό και αφού οι πρώτες αψιμαχίες καταλήγουν εις βάρος των επιτιθεμένων, ο τελευταίος αιφνιδιάζεται δυσάρεστα.
Αναπαράσταση από τη Μάχη της Κλείσοβας
Όταν μάλιστα ευθύς εν συνεχεία στις από 12-16 Φεβρουαρίου πολύ­νεκρες και σφοδρότατες συγκρούσεις, οι αμυνόμενοι υπερισχύουν κατά κράτος των Αράβων, με τις γνωστές όσο και οδυνηρές για τον εχθρό, εκτός των τειχών του Μεσολογγίου, εφόδους τους, ο επηρμένος Αιγύπτιος στρατηλάτης κυριολεκτι­κά θορυβείται. Και συνειδητοποιεί πλέον, ότι οι πύλες του «φράχτη» εκείνου δεν είναι δυνατόν να εκβιασθούν με τα όπλα, εφ' όσον από τη μεριά της θάλασσας θα συνεχιζόταν, έστω και με δυσκολία, ο ανεφοδιασμός της.
Η σκληρή αυτή πραγματικότητα προσγειώνει τον Ιμπραήμ και τον αναγκάζει να συμφιλιωθεί πρόσκαιρα με τον Κιουταχή, και από κοινού πλέον να θέσουν σε εφαρμογή το σχέδιο κατάληψης των στρατηγικής σημασίας νησίδων, που φράσ­σουν από νότια τη λιμνοθάλασσα και ελέγχουν τους φυσικούς διαύλους προς την πόλη, ήτοι της Κλείσοβας, του Βασιλαδιού και του Ντολμά.

ΣΧΕΔΙΑ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ - ΠΕΔΙΟ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ

Για την επίτευξη του αντικειμενικού αυτού σκοπού, αποδύονται σε σύντο­νες προσπάθειες, ναυπηγώντας επί τόπου μικρά σκάφη και μεταφέροντας από τα μέσα Φεβρουαρίου τόσο δια ξηράς από το Κρυονέρι στις Άσπρες Αλυκές Φοινικιάς 32 λαντζόνια (μεγάλες κανονιοφόρες βάρκες, χωρίς καρίνα και ξάρτια) όσο και δια θαλάσσης από την Πάτρα στην περιοχή της νησίδας του Αη – Σώστη «εν δίκροτον ατμοκίνητον Ρυμουλκών», όπως αναφέρει ο Λάμπρος Κουτσονίκας, 50 μεγαλύτερα πλοιάρια και 5 κανονιοφόρες σχεδίες. Παράλληλα, από τις 19 Φεβρουαρίου ο Αιγυπτιακός στόλος, ενισχύοντας τον Τουρκικό, κλείνει όλα τα περάσματα της λιμνοθάλασσας από τον Πατραϊκό κόλπο, ενώ ταυτόχρονα επιχειρούν ακόμη και να τα προσχώσουν με άμμο. Εξάλλου, καταλαμβάνοντας ο εχθρός τα «μάτια» αυτά της λιμνοθάλασσας, δηλαδή τις μικρονησίδες, όπως αναφέρει ο Στρατηγός Νικόλαος Μακρής, γιος του ξακουστού οπλαρχηγού Δημήτρη Μακρή, «θα απεστέρει τους πολιορκουμένους της νωπής και θρεπτικής τροφής των ιχθύων της λιμνοθαλάσσης».
Οι Έλληνες, έχοντας από τις 18 Φεβρουαρίου ενημερωθεί για τα σχέδια του εχθρού, έλαβαν πρόσθετα μέτρα για τη βελτίωση της υφισταμένης οχύρωσης και την ενίσχυση της επάνδρωσης των νησίδων.
Επίσης ο Δημήτρης Φωτιάδης γράφει, ότι για να αντιμετωπίσουν αναμενόμενη απόβαση: «Πήρανε ακόμη την απόφαση για να σιγουράρουνε την πολιτεία από τη μεριά της λίμνης, να φτιάσουνε από το ένα στο άλλο σπίτι, ένα πέτρινο τειχί και να στήσουνε κει τα πιότερα κανόνια...».
Μετά τις αμοιβαίες αυτές προκαταρκτικές ενέργειες, οι τουρκοαιγύπτιοι προχωρούν τώρα στην υλοποίηση των σχεδίων τους. Και μετά επικό και άπελπι αγώνα των φρουρών, κυριεύουν διαδοχικά το Βασιλάδι στις 25 Φεβρουαρίου, τον Ντολμά και τον Πόρο στις 28 Φεβρουαρίου και εξαναγκάζουν το Αιτωλικό να συνθηκολογήσει την 1η Μαρτίου.
Έτσι, απομένει η Κλείσοβα, το τελευταίο επιθαλάσσιο προπύργιο των πολιορκουμένων. Η κατάληψή της κρίνεται απαραίτητη, τόσο για την εγκατάσταση κανονιοστασίων και προσβολή της πόλης κι από το νότο, όσο και για την αποκοπή της μοναδικής πλέον γραμμής ανεφοδιασμού των πολιορκουμένων από τη θάλασσα, μέσω της «φάλσα - μπούκας» (κρυφής εισόδου) που βρίσκεται περίπου 2 χλμ. ανα­τολικά των σημερινών αλυκών Τουρλίδας.
Την Κλείσοβα, της οποίας η στρατηγική αξία -όπως αφηγείται ο Κανέλλος Δεληγιάννης - είχε επισημανθεί από την Α' Πολιορκία (25 Οκτ. - 31 Δεκ. 1822), όπου το Νοέμβριο είχαν συναφθεί φονικότατες μάχες, την είχαν περιβάλλει με πρόχωμα ύψους οργυιάς για να μη κατατρώγει η θάλασσα το νησί. Επίσης, για τη βελτίωση της οχύρωσής της, ο Κασομούλης μας λέει: «Εσήκωσεν η φρουρά λοιπόν γύρωθεν της Εκκλησίας οχύρωμα έως 5 πόδας το πλάτος και έως 6 το ύψος. Ο τάφρος γύρωθεν έμεινε τόσον ανοικτός, όσον χώμα έλειψεν... Εστάλησαν και 2 πυροβόλα των 18 λίτρων και 2 μικρά των 6 και τα μεν δύο έστησαν (βλέποντα) κατά τα νησίδια (Ανατολικά), τα δε κατά το Μεσολόγγι».
Στο εκκλησάκι της Αγίας Τριάδος είχαν κατασκευάσει πολεμίστρες ολόγυρα από τη σαμαρωτή κεραμοσκέπαστη στέγη, αλλά και στο μικρό κωδωνοστάσιο, τοποθετώντας πανέρια γεμάτα με χώμα. Ακόμη, όπως ιστορούν ο Γάλλος ιστορικός Αύγουστος Φάμπρ8 και ο Στρατηγός Ιωάν. Ιωαννίδης, η φρουρά, γύρω σχεδόν από το νησί, είχε μπήξει σειρές πασσάλων λίγο κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, για να παρεμποδίζουν την προσέγγιση στην ακτή των εχθρικών πλοιαρίων, έτσι ώστε ν' αναγκάζονται οι άνδρες τους ν' αποβιβάζονται μέσα στον πηλώδη βυθό (βούρκο) και πελαγωγά «θαλασσοβατούντες», όπως μας λένε οι ιστορικοί, να πλησιάζουν με μεγάλη δυσκολία στη στεριά. Τέλος, στο θαλάσσιο χώρο μεταξύ Ανεμόμυλου -ήτανε νησάκι τότε- και Κλείσοβας, είχαν ταχθεί και υποστήριζαν το νησί οι μονοκάνονες Μεσολογγίτικες πάσσαρες του Δήμου Δενδραμή και του Κωνσταντή Τρικούπη, αδελφού του Σπυρίδωνος Τρικούπη. Υπόψη επίσης, ότι γύρω από την Κλείσοβα τα νερά προς το νότο και τη δύση έχουν κάποιο σχετικό βάθος, ενώ προς τον βορρά και την ανατολή είναι πιο ρηχά και σχεδόν εύκολα, πελαγωτά (θαλασσοβατών) μπορεί κάποιος να κινηθεί. Ακόμη, ανατολικά της πόλης και από τη θέση «Αρμυρικάκι» (στο προπολεμικό πεδίο βολής) εκσπάται σειρά νησίδων που εκτείνονται κατά τη γενική έννοια βορράς - νότος και διέρχονται κοντά από την Κλείσοβα, με πιο γνωστή τη Μολόχα.
Η Φρουρά του νησιού αποτελείτο από 130 περίπου άνδρες, μεταξύ των οποίων αρκετοί Μεσολογγίτες. Φρούραρχος στις 18 Φεβρουαρίου είχε ορισθεί ο Σωματάρχης - οπλαρχηγός Χριστόδουλος Χατζηπέτρος από το Βετέρνικο Τρικάλων με 70 άνδρες του, ο οποίος όμως στις 22 Μαρτίου είχε μεταφερθεί επειγόντως στο Μεσολόγγι με υψηλό πυρετό και οξύτατους ρευματικούς πόνους. Γι' αυτό, καθήκοντα φρουράρχου εκτελούσε ο Υποσωματάρχης Παναγιώτης Σωτηρόπουλος από τα Μεγάλα Λομποτινά, τη σημερινή Άνω Χώρα των Κραβάρων της Ναυπακτίας. Ο Σωτηρόπουλος είχε ήδη κατά τη διάρκεια της πολιορκίας διακριθεί για την παλληκαριά του. Άλλωστε, κυρίως για να επιμεληθεί της οχύρωσης του νησιού είχε διορισθεί πριν λίγο καιρό με 26 - 30 άνδρες του στην Κλείσοβα, «ζηλωτής της εργασίας αυτής» σύμφωνα με τον Κασομούλη και «τερτιπιτζής εις τον πόλεμον», κατά τον Μακρυγιάννη. Ήταν δε αυτός ο εμπνευ­στής της τοποθετήσεως των πασσάλων στον υποθαλάσσιο χώρο μπροστά απ' τα κράσπεδα του νησιού, που αποδείχθηκε κατά την εξέλιξη της μάχης σωτήρια.
Ο Ιμπραήμ, έχοντας ήδη στο ενεργητικό του την άλωση του Βασιλαδιού, του Ντολμά, και του Ανατολικού (Αιτωλικού), συγκατατέθηκε τώρα ν' αφήσει τον Κιουταχή να εκπορθήσει την Κλείσοβα, ο οποίος για το σκοπό αυτό διέθεσε 3.000 άνδρες περίπου.
ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ
Αλλά στο σημείο αυτό, ας ακούσουμε τη γλαφυρή όσο και χαρακτηριστική περι­γραφή, που μας δίδει στα απομνημονεύματά του11, ο συμμετέχων στην τελευταία πο­λιορκία του Μεσολογγίου και διασωθείς κατά την Έξοδο ευγενής Ηπειρώτης Αρτέμιος Μίχος, ο οποίος αργότερα θα καθέξει και το αξίωμα του Υπουργού Στρατιωτικών.
«Την 24η λοιπόν Μαρτίου, μίαν ώραν προ της δύσεως του ηλίου, εφάνησαν πλείστα σώματα εξερχόμενα των κατασκηνωμάτων του Κιουταχή και διευθυνόμενα προς την Άσπρην Αλυκήν, κειμένην προς δυσμάς του Μεσολογγίου εις ην ελλιμενίζετο πάντοτε ο εχθρικός στολίσκος και ελάμβανε όλα τα αναγκαία.

Τα σώματα ταύτα ήρχισαν να επιβιβάζονται επί των ελαφροτέρων εχθρικών πλοι­αρίων, των προ ολίγου διευθυνθέντων εκεί, αλλ' η μετ' ολίγον επελθούσα νυξ κατεκάλυψε με βαθύ σκότος τα πέριξ και δεν επέτρεψεν εις την φρουράν του Μεσολογγίου να ιδή τας περαιτέρω κινήσεις του εχθρού. Αλλ' υποπτευθείσα ουχ ήττον επικειμένην εχθρικήν έφοδον, έλαβεν αμέσως όλα τα προς υπεράσπισιν απαιτούμενα μέτρα και ανέμενε θαρραλέως την ημέραν».
«Τω όντι την επιούσαν, μόλις ήρχιζε να γλυκοχαράζει, ο εχθρικός στολίσκος επεφάνη συσσωματωμένος έμπροσθεν του Μεσολογγίου και ήρχισε ζωηρόν κατά της πόλεως κανονιοβολισμόν και βομβαρδισμόν, υποστηριζόμενος μετά της αυτής δραστηριότητος και υπό των κανονοστασίων της ξηράς».
«Τα παράλια κανονοστάσια της πόλεως και κατ' εξοχήν το κανονοστάσιον του Ανεμομύλου αντεπυροβόλησαν τότε ευστόχως, όλοι δε, υποθέσαντες ότι επέκειτο έφοδος κατά του Μεσολογγίου, ετοποθετήθησαν εις τας θέσεις των, περιμένοντες αυτήν μετά καρτερίας, αλλά μετά παρέλευσιν ολίγων στιγμών ο εχθρικός στολίσκος εστράφη αιφνιδίως και διευθύνθη σωρηδόν προς την Κλείσοβαν!».

Συμπληρώνουμε ότι η πρωινή καταχνιά διευκόλυνε τις παραπάνω κινήσεις του εχθρού και ότι ταυτόχρονα εκδηλώθηκαν σοβαρές εχθρικές ενέργειες προς την κατεύθυνση της Κλείσοβας τόσο με πλοιάρια κι από το Βασιλάδι, όσο και πολλών πεζών «θαλασσοβατούντων» από τη θέση Αρμυρικάκι.
Ακολουθεί σφοδρός κανονιοβολισμός του νησιού από τα πλοιάρια, ενώ οι Τούρκοι προσεγγίζουν το νησί και εκτοξεύουν την πρώτη τους έφοδο. Τη στιγμή αυτή, το πρωτοπαλλήκαρο της φρουράς ο φημισμένος Σουλιώτης Στρατηγός Κίτσος Τζαβέλλας (1801-1855), σπεύδει με άλλους 6-7 άνδρες και με πλοιάρια οδηγούμενα από αμούστακα Μεσολογγιτόπουλα, αψη­φώντας το καταιγιστικό πυρ του εχθρού και περνώντας ανάμεσα από τον εχθρικό στολίσκο, αποβιβάζεται στο νησί και εμψυχώνει τη φρουρά.
«Μόλις έμβηκεν μέσα (στο νησί)», γράφει ο Νικόλαος Κασομούλης, «ενέπνευσεν όλο το θάρρος εις τα παλληκάρια εκείνα».
Από κει και πέρα, ο καταξιωμένος Διοικητής της Φρουράς Παναγιώτης Σωτηρόπουλος και ο ανδρείος και έμπειρος εμψυχωτής των μαχητών Κίτσος Τζαβέλλας, σε μια υπέροχη και αρμονική σύζευξη των αναμφισβήτητων ηγετικών τους προσόντων και χάρη στη στενή φιλία που τους συνέδεε, παίρνουν στα στιβαρά τους χέρια την άμυνα του νησιού και χαλυβδώνουν το φρόνημα των υπερασπιστών του, με αποτέλεσμα η μια μετά την άλλη να συντρίβονται οι λυσσώδεις επιθέσεις των αλλοθρήσκων.
Στην πρώτη ορμητική έφοδο του εχθρού δύο αρβανίτες σημαιοφόροι πατούν την Κλείσοβα, οι οποίοι αμέσως σκοτώνονται. Τους ακολουθούν και άλλοι. Οι Τούρκοι καταλαμβάνουν το περιμετρικό πρόχωμα κενό, διότι ήδη οι δικοί μας μπροστά στο διαγραφόμενο κίνδυνο να περικυκλωθούν, έχουν καταφύγει στην εκκλησία.
Όμως από εκεί τα βόλια των αμυνομένων είναι τόσο φονικά, ώστε οι εχθροί αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το πρόχωμα και να επιστρέψουν στις αρχικές τους θέσεις. Ο Κιουταχής, γενναίος και πείσμων, επιχειρεί ανεπιτυχώς μέχρι το μεσημέ­ρι έξη (6) αλλεπάλληλες επιθέσεις, στη δε τελευταία, μπαίνει επικεφαλής ο ίδιος. Πληγώνεται όμως σοβαρά στο μηρό κι αναγκάζεται ν' αποσυρθεί, γεγονός που διαδίδεται αμέσως και συμπαρασύρει σε άτακτη φυγή και τα στρατεύματά του. Οι ηττημένες φάλαγγές του, ντροπιασμένες και έχοντας εγκαταλείψει στο πεδίο της μάχης πάνω από 1.500 νεκρούς και τραυματίες, συμπτύσσονται με σπουδή κυρίως προς το κείμενο ανατολικότερα νησάκι της Μολόχας.
Κατά τη διάρκεια της άνισης αυτής πάλης, η φρουρά του Μεσολογγίου, παρα­κολουθώντας με αγωνία από την παραλία την εξέλιξη του αγώνα και ανταποκρι­νόμενη σε έκκληση των υπερασπιστών του νησιού, που διαβιβάσθηκε από ένα ατρόμητο Μεσολογγιτόπουλοτο οποίο οδήγησε ριψοκίνδυνα μια γαΐτα μέχρι την ακτή, προσπάθησε να στείλει ενισχύσεις και εφόδια.
«Αλλ' εν τω μεταξύ των πυκνών εχθρικών εφόδων - γράφει στα απομνημονεύματά του ο Αρτέμιος Μίχος - ο γενναίος (Μεσολογγίτης) χιλίαρχος Καρακώστας Δροσίνης (αδελφός του Πάππου του Εθνικού μας ποιητού Γεωργίου Δροσίνη), έχων μεθ' εαυτού και τον εξάδελφόν του Γεωργάκην Κ. Βαλτινόν και πέντε στρατιώτες, εισελθών εις πλοιάριον εις το οποίον έθεσε και τίνα βαρέλια ύδατος -κατά τον Κασομούλη και κιβώτια πυρομαχικών - διευθύνθη προς την Κλείσοβαν. Ο εχθρικός στόλος ορμά τότε κατ' αυτών, (και) πυροβολεί δια μυδραλίων και τουφεκισμών».
«Αλλ' ο ατρόμητος αυτός στρατιώτης, περιφρονών τον εχθρόν, προ­χωρεί ακαταπαύστως εν μέσω της χαλάζης των σφαιρών και πλησιάζει εις το νησίδιον. Τότε σφαίρα (οβίδα) πυροβόλου προσβάλλει το πλοιάριον και διελθούσα από της πρύμνης εις την πρώραν, φονεύει τους τεσσάρας εκ των στρατιωτών και τους κωπηλάτας και βυθίζει το σκάφος. Οι διασωθέντες ρίπτο­νται εις την θάλασσαν, ωθούσι το πλοιάριον και ούτως εισέρχονται θριαμβευτικώς εις την Κλείσοβαν».
Το παράδειγμα του χιλίαρχου Δροσίνη αποπειράθηκαν και πολλοί άλλοι ν' ακολουθή­σουν, όπως οι Γεώργιος Τζαβέλλας και Ιωάννης Τζαβέλλας ο επονομαζόμενος Μπακατσέλος και επίσης πολλοί από το Επικουρικό Σώμα τη γνωστή «βοήθεια» που είχε πρόσφατα συγκροτηθεί από 250 περίπου άνδρες υπό τον Κίτσο Τζαβέλλα για να επεμβαίνει γρήγορα όπου παρουσιαζό­ταν ανάγκη, αλλά κι' από το Σώμα των Γελεκτζήδων (φορούσαν μόνο γελέκο για να μη τους βαραίνει η κάπα) που αποτελούσαν 90 περίπου Μεσολογγιτόπουλα 17-18 χρονών. Αλλά δεν το κατόρθωσαν, επειδή ο εχθρός διέθετε πολλαπλάσιες δυνάμεις κι έτσι, όπως μας λέει ο Αρτ. Μίχος, «έμενον μακρόθεν τουφεκίζοντας, μη δυνάμενοι όμως να δώσωσι την παραμικράν βοήθειαν εις τους εντός του νησιδίου».
Κατά την κρίσιμη αυτή περίσταση και κατ' άλλους στην εν συνεχεία επέμβαση των Αιγυπτίων, η Μεσολογγίτικη πάσσαρα του Κωνσταντή Τρικούπη, κατατρυπημένη απ' τις εχθρικές οβίδες βυθίζεται, ενώ ο ίδιος ο Τρικούπης τραυματίζεται σοβαρά, κατ' άλλους αρρώστησε βαριά, οι δε διασωθέντες από το πλήρωμα καταφεύγουν στην Κλείσοβα. Στο μεταξύ, ο Ιμπραήμ, βλέποντας με χαιρεκακία την αποτυχία του Κιουταχή, τον οποίο -κατά τον Παπαρρηγόπουλο- «ενέπαιξεν ανηλεώς», θεώρησε πρόσφορη την περίσταση ν' αναλάβει αυτός τη συνέχιση του αγώνα, επωφελούμενος από τον κάματο και τις απώλειες της φρουράς, που μέχρι τότε είχε χάσει περίπου το 1/3 της δύναμής της. Διαλέγει λοιπόν ως επικεφαλής το γαμπρό του, τον τολμηρό Χουσεΐν Μπέη, πορθητή της Κρήτης, της Κάσσου, της Σφακτηρίας, και μόλις προ ολίγου του Βασιλαδιού και Ντολμά και ετοιμάζει 3.000 περίπου Αιγυπτίους, οι οποίοι επιβιβασθέντες σε πλοιάρια αλλά και «θαλασσοβατούντες», περικυκλώνουν την Κλείσοβα και ορμούν να την καταλάβουν.
Αλλά, ας δούμε πώς περιγράφει ο Λάμπρος Κουτσονίκας, την πρώτη έφοδο των Αιγυπτίων: «... ο εχθρός έφθασε με τας Αιγυπτιακάς τακτικάς στήλας, αίτινες ώρμησαν επί του μικρού οχυρώματος και με τας χείρας άδραξαν τους πάλους των οχυρωμάτων και ως εκ τούτου η φρουρά του Μεσολογγίου ενόμισεν, ότι οι εχθροί κατεκυρίευσαν την Κλείσοβαν, αλλ' ο γενναίος αρχηγός (Τζαβέλλας) άφησε τους εχθρούς και επλησίασαν τόσον κοντά ώστε ουδεμία βολή να υπάγη επί ματαίω, διέταξεν αμέσως το πυρ και εξετελέσθη κατακεραυνώσας τους της πρώτης γραμμής πλησιάζοντας, οίτινες ως αστάχυες κατεθερίσθησαν και εστρώθησαν εις το έδαφος· οι εχθροί ιδόντες την φθοράν των εσταμάτησαν επ' ολίγον, αλλ' επήλθε και δεύτερον και τρίτον πυρ επ' αυτών και τους κατεκύλισεν εις την γην».
Επιχειρούν πέντε αλλεπάλληλες εφόδους, αλλά και τις 5 φορές υποχωρούν μπρος στην ακατανίκητη ανδρεία και την ανεξάντλητη καρτερία των μαχητών της Κλείσοβας, οι οποίοι, καθοδηγούμενοι κατάλληλα, πυροβολούν με αξιοσημείωτη επιτυχία, κυρίως εναντίον των αξιωματικών των Αιγυπτίων -ιδίως Γάλλων- που διακρίνονταν από τις χρυσοποίκιλτες στολές τους.
Γύρω στη δύση του ηλίου, οι ηρωικοί υπερασπιστές αναμένοντας νέα σφο­δρότερη έφοδο, αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το πρόχωμα και να καταφύγουν στην εκκλησία. Πράγματι σε λίγο οι εχθροί εφορμούν για έκτη φορά, αποφασι­σμένοι τώρα με κάθε θυσία να καταλάβουν το νησί. Ο Αν. Γούδας μας δίνει την ακόλουθη ωραία περιγραφή:
«Ότε δε οι εχθροί υπερπλεόνασαν, τότε ο Τζαβέλλας και ο Σωτηρόπουλος απεσύρθησαν εις το εν τω μέσω του νησιδίου ναΐδριον της Αγίας Τριάδος. Ανέβησαν οι υπ' αυτούς άπαντες εις την οροφήν, ένθα ο Σωτηρόπουλος είχε σχηματίσει ενωρίτερον είδος τι προμαχώνος εκ λίθων, ευρεθέντων πέριξ του ναού, εκ κεράμων και αλιευτικών κοφίνων, εμπλέων χώματος. Ωχυρώθησαν όπως κάλλιον εδύναντο όπισθεν αυτών και τόσον ευστόχως και αδιαλείπτως επυροβόλουν, ώστε εφόνευον άπαντας σχεδόν τους προσεγγίζοντας... »
Ο ίδιος ο Χουσεΐν, λαμποκοπώντας μέσα στην πλουμιστή στολή του, «αστράπτων» -κατά τον Στασινόπουλο - «από τον χρυσόν και τους πολυτίμους λίθους», σηκώ­νεται όρθιος στην πρασινοχρωματισμένη λέμβο του και παροτρύνει τους άνδρες του. Κατά κακή του όμως τύχη, τον επισημαίνουν οι καταφυγόντες στην εκκλησία, απ' όπου κατά την επικρατέστερη εκδοχή (διότι υπάρχει και ή έγκυρη άποψη, την οποία καταγράφει ο Κασομούλης, ότι τον σκότωσε ο Σφήκας, ψυχογιός του Αξ/κού Αποστόλη Καρατζογιάννη, Νιχωρίτου), ο Παναγιώτης Σωτηρόπουλος - «άριστος σκοπευτής ών», όπως γράφει στην ιστορία του ο Στρατηγός Νικόλαος Μακρής – τον πυροβολεί και τον σωριάζει νεκρόν. Η λέμβος αποσύρεται και δίδει έτσι το σύνθημα της γενικής υποχώρησης στις εχθρικές γραμμές. Η φρουρά τους καταπυροβολεί και με επικεφαλής τον Κίτσο Τζαβέλλα ξιφήρης, εξορμά και τους καταδιώκει, σφάζοντας όσους είχαν βγει στο πρόχωμα και κυνηγώντας τους άλλους μέσα στη λιμνοθάλασσα, οι οποίοι πανικόβλητοι διασκορπίζονται.
Στο σημείο αυτό, συμπληρώνει ο Δημήτρης Φωτιάδης, μεταφέροντας την αφήγηση του Κασομούλη:
«Μόλις είδαμε από το Μεσολόγγι πως οι δικοί μας στην Κλείσοβα πήδησαν όξω από τα ταμπούρια τους, όρμησε τότες η «βοήθεια», όπου είχε μπει στα πλοιάρια και περίμενε. Λάμνοντας μ' όλη τη βία τράβηξαν γραμμή κατά το νησάκι το πιο κοντινό στην Κλείσοβα. Σκιάζονται οι Αρβανίτες κι οι Αραπάδες που είτανε μαζεμένοι γύρω απ' αυτό, τους πιάνει χαροτρομάρα και τρέχουν άλλοι από δω και άλλοι από εκεί».
Ευτυχώς γι' αυτούς, η νύχτα που άρχισε να πέφτει, διακόπτει την απηνή καταδίωξή τους.
«Την επαύριον οι Έλληνες - γράφει ο Αρτέμιος Μίχος - περιερχόμενοι τα μικρά νησίδια τα περί την Κλείσοβαν, εύρισκον πολλούς των τακτικών Αράβων οίτινες είχον περιπλανηθεί κατά την μάχην, εκ των οποίων άλλους μεν εφόνευον, άλλους δε ζώντας μετέφερον εις Μεσολόγγιον».
Ο Κασομούλης δίνει επίσης μια συνταρακτική εικόνα των σκη­νών που επακολούθησαν την επομένη: «Η φρουρά όλη έτρεχεν και εφιλούσεν τους σωθέντας συναδέλφους των εις την Κλείσοβαν. Όλοι επήγαν δια να ιδούν το τρομερόν θέαμα την αυγήν. Επήγα και μόνος μου, αφού τους εφίλησα επαρατήρησα και είδα γύρωθεν επτά σωρούς φονευμένους και στιβασμένους ένας επάνω στον άλλον, οίτινες ήταν οι φύλακες των σημαιών, φονευόμενοι καθ' ον χρόνον έτρεχαν να φυλάξουν τας σημαίας. Οι σωροί απείχον έως μίαν οργυιά από την τάφρον, τόσον είχαν πλησιάσει. Η λίμνη ήταν σκεπασμένη από τα πτώματα έως μίαν βολήν μακράν και πλέοντα εκυμάτιζαν ωσάν φροκαλίδια επάνω εις την ακρογιαλιάν».
Ο Μίχος αναφέρει ακόμη ότι «1500 λογχοφόρα όπλα του τακτικού Αιγυπτιακού Στρατού και υπέρ τας 100 κα­ραμπίνας και άλλα τόσα ξίφη Αξιωματικών, 13 σημαίαι της ημισελήνου και 10 τύμπανα και άλλα πάμπολλα λάφυρα απετέλεσαν το Ελληνικόν Τρόπαιον».
Ας ακούσουμε επίσης ένα χαρακτηριστικό περιστα­τικό που έλαβε χώρα την επομένη (το ίδιο με μερικές παραλλαγές, αναφέρει και ο Κασομούλης) και που περιλαμβάνει στ' απομνημονεύματά του ο Σπυρο-Μήλιος.
«Ο Καπετάν Πασιάς, όστις έστεκεν με τον στόλον προ­σορμισμένος και είδε μακρόθεν τας τουρκικάς σημαίας θεμένας επί του προμαχώνος της Κλείσοβας, εσυμπέρανεν, ότι εκυριεύθη· όθεν έστειλεν εν πλοιάριον, εις το οποίον ήτον τριάκοντα Τούρκοι, δια να συγχαρεί εκείνον τον Βεζύρην, όστις έφερε τα νικητήρια· το πλοιάριον επλησίασεν εις την Κλείσοβαν και δεν παρετήρησεν ότι αι σημαίαι ήτον ανάποδα- μάλιστα ο Καπετάν Γιαννάκης Τζαβέλλας, αδελφός τον Στρατηγού, όστις ευαρεστείτο να μη ξουραφίζει τα γένεια του, τους επαρρησιάσθη έξω του προμαχώνος, τους ωμίλησεν Τούρκικα και τους επροσκάλεσεν να εβγούν εκ του πλοίου. Οι Τούρκοι απατηθέντες από την γλώσσαν και από τα γένεια εβγήκαν και ούτως τους εσύλλαβαν οι Έλληνες όλους, πλην δεν κατεδέχθησαν να τους κακοποιήσουν, αλλά μόνον τους αφόπλισαν και τους έστειλαν εις το εχθρικόν στρατόπεδον δια να παρηγορήσουν τους υπερήφανους Βεζυράδες, οίτινες μετά την αποτυχίαν ήτον πολλά μελαγχολικοί».
Πέντε μέρες πέρασαν και οι ορδές του εχθρού βρίσκονταν στην ίδια παραζάλη και βουβαμάρα. Οι Αραπάδες ολοένα ξετρύπωναν από τη λίμνη κι ούτε αυτός ακόμη ο Μπραΐμης δεν ήξερε την κατάσταση του ασκεριού του. Από τότε πλάστηκε και ο θρύλος πως τις νύχτες βογγάει το αίμα των Αραπάδων στην περιοχή της Κλείσοβας. Θα αντιπαρέλθουμε και άλλα περιστατικά που χαρακτηρίζουν την πανωλεθρία που υπέστησαν τότε οι Τουρκοαιγύπτιοι και θα μνημονεύσουμε μόνο την εκτίμηση του Στασινόπουλου κατά την οποία «οι Τουρκοαιγύπτιοι είχαν καταληφθεί υπό τόσου πανικού, ώστε εάν οι πολιορκούμενοι απεφάσιζαν να κάμουν την Έξοδον την νύκτα εκείνην, όλοι θα εσώζοντο και κανείς δεν θα έπιπτε».
Έτσι έληξε με την βοήθεια της Θεομήτωρος η «πανήμερος», όπως ονομάσθηκε, μάχη της Κλείσοβας, επειδή κράτησε από τα χαράματα μέχρι το σούρουπο της 25ης Μαρτίου 1826.
Στη μάχη της Κλείσοβας, οι απώλειές μας έφθασαν γύρω στους 60 ηρωικούς νεκρούς και τραυματίες, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονταν και αρκετοί Μεσολογγίτες.
Οι απώλειες των Τουρκοαιγυπτίων ανήλθαν, σύμφωνα με τους παρόντες τότε στο Μεσολόγγι απομνημονευματογράφους, κατά μεν τον Ν. Κασομούλη σε 2.500 νεκρούς, «εκτός των όσων εσυνελάμβανον οι πλοιαροκονταρισταί ζώντας την αυγήν, ζητώντας την συμπάθειάν των (τους οποίους εφόνευον)», κατά δε τον Αρτέμιο Μίχο σε 3.500 φονευθέντες και πληγωθέντες. Τέλος, ο Σπυρο-Μήλιος, κατά μαρτυρίαν του Παπαλουκά, μνημονεύει 3.500 νεκρούς, εκτός των πληγωμένων.
Η απίστευτη κυριολεκτικά δυσαναλογία μεταξύ των απωλειών που υπέστη η φρουρά της Κλείσοβας και των αντιστοίχων των Τουρκοαιγυπτίων, θα πρέπει, εκτός των άλλων, ν' αποδοθεί και στο γεγονός ότι η μικρή έκταση του νησιού (περίμετρος περίπου 300 βήματα) επέτρεπε μόνο τις κατά κύματα και με μικρή σχετι­κώς δύναμη επιθέσεις του εχθρού, επίσης στο ότι ο λασπώδης βυθός δυσκόλευε σοβαρά τις κινήσεις των επιτιθεμένων, η δε τοποθέτηση υποθαλάσσιων εμποδίων (πασσάλων) μπρος από τα κράσπεδα του νησιού απέτρεπε την προσόρμιση λέμβων.
Για τα πτώματα των Τουρκοαιγυπτίων, ο Φάνης Μιχαλόπουλος, αναφέρει: «... φρικιαστική πραγματικώς είναι η περιγραφή την οποίαν μας έδωκεν ο ιατρός της φρο­ράς κι ένας από τους σωθέντες μετά την Έξοδον αγωνιστές ο Λευκάδιος Στεφανίτσης εις την «Απλήν και μεμαρτυρημένην έκθεσίν» του (εν Ναυπλίω 1836). Μετά την μάχη της Κλείσοβας, προβλέποντας ούτος μεγαλύτερη έλλειψη τροφών, επρότεινε όπως τα πτώμα­τα των Αιγυπτίων αλατισθούν και δοθούν για τροφή εις τους κατοίκους. Αλλά η πρόταση απορρίφθηκε και μόνη τροφή που τους απόμεινε ήσαν τα χελιδόνια της ανοίξεως».
Θα αντιπαρέλθουμε τον σκόπελο να μνημονεύσουμε ιδιαίτερα διακριθέντες και θ' αρκεσθούμε στη διατύπωση του Μεσολογγίτη ιστορικού και πρώτου Πρωθυπουργού Σπυρίδωνος Τρικούπη, κατά τον οποίο «ήρως αυτόχρημα ανε­δείχθη πας πολεμιστής της Κλείσοβας». Θα επαναλάβουμε, επίσης, ότι παρά το πλευρό των ανδρών πολέμησαν ηρωικά και Μεσολογγίτισσες.
Στο αιματοπότιστο νησί
μια χούφτα παλληκάρια
Το μέγα δένδρο ανάστησε
με τα χρυσά κλωνάρια
Ω! Μεσολόγγι! Ω! Δόξας γη!
Κι΄ αστράφτει στον αιώνα
η Κλείσοβα του ολόφωτου
Μετώπου σου Κορώνα!
Κωστής Παλαμάς
ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ – ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η πολυθρύλητη μάχη της Κλείσοβας, αν θεωρηθεί αυτοτελώς και ανεξάρτητα από τα τόσα άλλα περίλαμπρα περιστατικά, που διαδραματίστηκαν κατά τη δι­άρκεια της τελευταίας πολιορκίας του Μεσολογγίου, αναμφίβολα θα πρέπει να συγκαταλεχθεί ανάμεσα στις πιο συγκλονιστικές και πολυαίμακτες συγκρούσεις κατά τον ιερό Αγώνα της Φυλής. 
Η τρομακτική φθορά που υπέστησαν τα λεφούσια των Τουρκοαιγυπτίων, μόνο με τη νίλα της Στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια τον Ιούλιο του 1822 απ' τον Κολοκοτρώνη μπορεί να παραβληθεί. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι έναντι 130 περίπου ηρωικών προμάχων της, η υπεροχή του εχθρού σε ανθρώπινο δυναμικό και υλικά μέσα ήταν όχι απλώς συντριπτική, αλλά πρωτοφανής όπως αναφέρουν οι ιστορικοί, το έπος της Κλείσοβας θα πρέπει χω­ρίς υπερβολή να καταγραφεί ίσως -τηρουμένων των αναλογιών- σαν το μοναδικό νικηφόρο περιστατικό στην πολεμική ιστορία και όχι μόνο την Ελληνική.
Δυστυχώς, η περιφανής αυτή νίκη που έστεψε τα ιερά όπλα των γενναίων υπερασπιστών της, δεν είχε την αναμενόμενη συνέχεια, όπως άλλωστε ο ίδιος ο Μπραΐμης σ' ένα ξέσπασμα ειλικρίνειας ομολόγησε μετά από λίγο καιρό στον Γάλλο Δεριγνύ: «Βλέπεις πώς λιώνουν τα χιόνια εκείνων των βουνών; Έτσι ακριβώς θα λιώναμε και εμείς αν το Μεσολόγγι είχε τρόφιμα για κάμποσες μέρες».
Ο ελληνικός στόλος, αρκετά αδύνατος τώρα, στις αμέσως επόμενες μέρες, δεν μπόρεσε να διασπάσει τον ασφυκτικό κλοιό του εχθρού και να ανεφοδιάσει με τρόφιμα τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» κι έτσι ό,τι δεν κατόρθωσαν τα πολυάριθμα ασκέρια του Κιουταχή και του Ιμπραήμ, το πέτυχε η πείνα, «αυτή η μαύρη και απαίσια στρίγγλα», κατά το χρονικογράφο, με τα γνωστά επακόλουθα.
Έτσι, για να ξαναγυρίσουμε στην αφήγησή μας, η Κλείσοβα δεν έπεσε. Πατήθηκε από τον εχθρό μετά την Έξοδο, όταν δεν υπήρχε πια Μεσολόγγι.
Θα αποτολμήσουμε, επίσης, μια σύντομη κριτική της Μάχης από καθαρώς στρατιωτικής σκοπιάς μ' όλο το σεβασμό προς τους αθάνατους προγόνους μας.
Θα σημειώσουμε έτσι, από πλευράς προπαρασκευής, την επιτήδεια οχύρωση του νησιού και ιδίως την επινοητικότητα του Σωτηρόπουλου, για την τοποθέτηση πασσάλων στον υποθαλάσσιο χώρο γύρω από το νησί, που προσομοιάζει με τα μέσα που χρησιμοποιούνται σήμερα κατά την άμυνα των νήσων και περιλαμβάνουν εγκατάσταση υποβρυχίων ναρκοπεδίων και λοιπών κωλυμάτων, εγγύς των ακτών αποβάσεως.
Θα επισημάνουμε ότι οι διατεθείσες δυνάμεις και τα μέσα για την άμυνα του νησιού ήταν μάλλον ανεπαρκή, εν όψει μάλιστα των διαφανέντων πλέον σχεδίων του εχθρού, τόσο με την προηγηθείσα άλωση του Βασιλαδιού και του Ντολμά, όσο κι από τις ενέργειες της προτεραίας της επίθεσης. Η έγκαιρη προώθηση στο νησί επί πλέον 2 έως 4 πυροβόλων και αριθμού μαχητών, καθώς και των απαραιτήτων εφοδίων και πυρομαχικών, εκτιμάται ότι θα συνέβαλε πλέον αποτελεσματικά στη διεξαγωγή του αγώνα.
Θα διατυπώσουμε την άποψη, ότι ο εχθρός με τις παραπλανητικές του κινήσεις, πέτυχε τακτικό αιφνιδιασμό σε βάρος των αμυνομένων, διότι όλοι πίστεψαν ότι η επίθεση στρεφόταν κατά του Ανεμόμυλου και του Μεσολογγίου. Απόρροια τούτου ήταν, η συνακόλουθη ενίσχυση του νησιού να επιχειρηθεί άκαιρα, ασυντόνιστα και με δυνάμεις μεταγγιζόμενες «στάγδην», με πρωτόβουλες, παράτολμες έως και απέλπιδες, θα λέγαμε, προσπάθειες.
Θα παρατηρήσουμε τη σημειωθείσα έλλειψη κυρίως νερού και πολεμοφοδίων, η οποία είναι εν μέρει δικαιολογημένη, λόγω της σφοδρότητας και διάρκειας της μάχης.
Θα τονίσουμε την παράλειψη εκπόνησης υπό της συλλογικής Κεντρικής Διοικήσεως (μάλλον αυτό ήταν μειονέκτημα) επαρκών όσο και αναγκαίων σχεδίων ενίσχυσης και υποστήριξης με δυνάμεις και πυρά της φρουράς του νησιού, προ και κατά τη διεξαγωγή του αγώνα.
Η Κλείσοβα, όπως θα λέγαμε στη στρατιωτική ορολογία, βρισκόταν «εντός βεληνεκούς υποστηρίξεως και αποστάσεως ενισχύσεως», από τις φίλιες γραμμές.
Θα υπενθυμίσουμε ακόμη, ότι κατά τη διεξαγωγή της μάχης δεν εκδηλώθηκε σχέδιο αντιπερισπασμού από τη φρουρά του Μεσολογγίου, τα γνωστά εκτός των Τειχών γιουρούσια της Φρουράς. Μετά δε τη δεινή ήττα του αντιπάλου, δεν επι­διώχθηκε σε ανάλογη έκταση η εκμετάλλευση της επιτυχίας, έναντι ενός εχθρού πλήρως εξουθενωμένου. Ενδεχομένως, η απουσία του Κ. Τζαβέλλα, που πρωτο­στατούσε στα εγχειρήματα αυτά και διοικούσε τη «βοήθεια», ή ακόμη η μεγάλη εξασθένηση του οργανισμού τους απ' την ασιτία, δηλαδή η έλλειψη φυσικών δυνάμεων, να μην επέτρεψαν την εκδήλωσή τους.
Τέλος, θα πρέπει ιδιαιτέρως να εξάρουμε, τόσο την ανεκτίμητη σημασία της Ηγεσίας, όσο και την ανυπολόγιστη αξία των Ηθικών Δυνάμεων της Φρουράς, στοιχεία τα οποία διαδραμάτισαν ακόμη μια φορά τον κυρίαρχο ρόλο στο πεδίο της Μάχης και κατίσχυσαν της, όχι απλώς συντριπτικής, αλλά πρωτοφανούς υπε­ροχής του εχθρού σε δυνάμεις και μέσα.
Και για να συμπληρώσουμε τα σχετικά με τη Φρουρά της Κλείσοβας, σημειώνουμε ότι, σύμφωνα με το Σχέδιο της Εξόδου, το Σώμα της Κλείσοβας, με τους αρχηγούς του Χριστόδουλο Χατζηπέτρο και Παναγιώτη Σωτηρόπουλο, αποχώρησε την ίδια νύχτα (10 Απρ. 1826) με πλοιάρια από το νησί και κατέλαβε το δεξιό πλευρό των εξερχόμενων δίπλα στη φάλαγγα των γυναικόπαιδων, υπέστη δε σοβαρότατες απώ­λειες, αντιμετωπίζοντας, αρχικά το Ιππικό των Αιγυπτίων στον κάμπο του Μποχωριού, και εν συνεχεία την ενέδρα των Τουρκαλβανών, κοντά στον Αη Συμιό.
Ο Κασομούλης αναφέρει ότι «από τους 76 άνδρες του Χ.Χ. έμειναν μόνον 17-20».

Κλείνοντας την αφήγησή μας, θα προσθέταμε ότι το νησάκι σήμερα έχει πε­ρίπου καταποντιστεί, έρμαιο των κυμάτων και της αδιαφορίας όλων μας και ότι τόσο το ιστορικό εκκλησάκι της Αγίας Τριάδος όσο και ο Τύμβος των Πεσόντων απειλούνται με κατάρρευση. Πολλά λέγονται για την αξιοποίηση της λιμνοθάλα­σας, μέσα στην οποία περιλαμβάνεται και η διάσωση του νησιού με την εκτέλεση σειράς έργων. Ας ευχηθούμε, τα σχέδια αυτά σύντομα να υλοποιηθούν, πριν να είναι πολύ αργά και ας ελπίσουμε, μαζί μ' αυτά, ν' αναβιώσουν και τα ωραία έθιμα και οι παραδόσεις μας και ακόμη κατά την επέτειο της Μάχης που συμπίπτει με την Εθνική μας Εορτή της 25ης Μαρτίου, να τελούνται στο νησάκι επιμνημόσυνη δέηση και άλλες εκδηλώσεις, σαν ένδειξη της ελάχιστης ευγνωμοσύνης και φόρου τιμής σ' εκείνους που θυσιάστηκαν τότε, για νάμαστε ελεύθεροι εμείς σήμερα, έχοντας πάντοτε στο νου μας, το γνωστό αξίωμα: «Λαοί που λησμόνησαν την Ιστορία και τις παραδόσεις τους, χάθηκαν στο διάβα του χρόνου».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
·       Αγγελομάτη: «Το Μεσολόγγι στο Σταυροδρόμι της Δόξης». Αθήνα, 1973.
·  Κ. Αλεξανδρή: Αι ναυτικαί επιχειρήσεις του υπέρ ανεξαρτησίας αγώνος, 1821-29. Αθήναι, 1930.
·      Αντ. Αντωνιάδη: «Μεσολογγιάς» Έπος ιστορικόν. Αθήναι, 1876.
·    Π. Αργυρόπουλου: «Αι τρεις Πολιορκίαι του Μεσολογγίου και η Έξοδος της Φρουράς αυτού». Αθήναι, 1926.  Αρχείο Αγωνιστών Εθνικής Βιβλιοθήκης.
·       Ζώη Βλασσοπούλου: «Η Τελευταία Νυξ του Μεσολογγίου». Αθήναι, 1895.
Γενικά Αρχεία του Κράτους (ΓΑΚ).